ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΑΠΟ ΤΗ Β’1 2010-2011
ΔΑΣΚΑΛΑ: ΟΛΓΑ ΠΑΝΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Ο ΠΕΙΡΑΤΗΣ ΚΑΙ Η ΠΥΞΙΔΑ
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας πειρατής τρομερός. Ήταν ο καπετάν Μαυρογένης.
Τον έλεγαν έτσι, γιατί είχε μακριά, μαύρη γενειάδα. Όλοι τον φοβόντουσαν, γιατί
ήταν πολύ άγριος και τρομαχτικός.
Μια μέρα που ταξίδευε στη θάλασσα και ο ήλιος έλαμπε πολύ δυνατά, είδε ξαφνικά
μέσα στη θάλασσα ένα νάνο που κρατιόταν από ένα ξύλο. Ο Μαυρογένης πρόσταξε τους
ναύτες του να ανεβάσουν το νάνο στο καράβι τους.
Οι πειρατές ανέβασαν το νάνο στο καράβι και του έδωσαν νερό να πιει. Ήταν ένας
παράξενος νάνος, που φορούσε στο λαιμό ένα περίεργο μενταγιόν. Ο Μαυρογένης
διέταξε το νάνο να του δώσει το περίεργο αντικείμενο. Ο νάνος δεν ήθελε να του
το δώσει, αλλά ήταν τόσο φοβισμένος που τελικά του το έδωσε.
Ο Μαυρογένης το γύριζε γύρω γύρω και δεν μπορούσε να καταλάβει τι ήταν.
Ο νάνος τρέμοντας από το φόβο του του εξήγησε ότι ήταν μαγικό αντικείμενο και
δείχνει το δρόμο για το μεγάλο διαμάντι των νάνων. Ήταν κρυμμένο σε ένα μακρινό
νησί.
Αμέσως οι πειρατές άνοιξαν πανιά για το νησί με το διαμάντι των νάνων. Ο νάνος
κοιτούσε συνέχεια την πυξίδα, γιατί αυτό ήταν το μαγικό αντικείμενο, και ο
Μαυρογένης οδηγούσε το καράβι του.
Αφού ταξίδεψαν πολλές μέρες σε μακρινές θάλασσες έφτασαν στο νησί του
διαμαντιού.
Αμέσως ο Μαυρογένης πρόσταξε τους πειρατές του να κατέβουν και να ψάξουν για το
διαμάντι. Ο νάνος τους έδειχνε το δρόμο. Όπως περπατούσαν άκουσαν μια φωνή.
Ξαφνικά μέσα από τα δέντρα εμφανίστηκε ένας μεγάλος, πολύχρωμος παπαγάλος.
Πέταξε πάνω από τα κεφάλια των πειρατών και πήγε και κάθησε πάνω στον ώμο του
Μαυρογένη.
Ο Μαυρογένης ενθουσιάστηκε με τον παπαγάλο που μιλούσε και περπατούσε καμαρωτός.
Περπάτησαν βαθιά μέσα στο δάσος και βρήκαν ένα παράξενο δέντρο που ήταν το σπίτι
των νάνων.
Ο νάνος, χαρούμενος που βρήκε τα αδέρφια του, τους είπε την περιπέτειά του και
τους παρακάλεσε να δώσουν σαν αμοιβή στους πειρατές το διαμάντι. Οι νάνοι, αφού
κουβέντιασαν πολύ ώρα μεταξύ τους, αποφάσισαν να τους δείξουν το σημείο που ήταν
κρυμμένος ο θησαυρός.
Δίπλα σχεδόν στο σπίτι των νάνων ήταν μια λίμνη μικρή και στην άκρη της φύτρωναν
πολλά όμορφα λουλούδια. Εκεί στη ρίζα ενός παράξενου λουλουδιού ήταν ο θησαυρός
των νάνων. Οι πειρατές ενθουσιασμένοι πήραν το διαμάντι και ξεκίνησαν για το
καράβι τους.
Πριν φτάσουν στο καράβι τους ο νάνος τους εξήγησε ότι για να γυρίσουν πίσω
έπρεπε να ακολουθήσουν το δρόμο που έδειχνε η πυξίδα.
Αφού έδειξε στο Μαυρογένη πώς να διαβάζει τα σημάδια της πυξίδας τους
αποχαιρέτησε και χαρούμενος γύρισε στο σπίτι του και τα αδέρφια του.
Οι πειρατές χαρούμενοι ανέβηκαν στο καράβι τους και πήραν το δρόμο του γυρισμού.
Σε όλο το δρόμο τους διασκέδαζε ο παπαγάλος με τις φωνές του και τα τραγούδια
του.
Όταν έφτασαν στο νησί τους έδειχναν στους άλλους πειρατές το διαμάντι και τους
άλλους θησαυρούς και έκαναν ένα γλέντι που κράτησε σαράντα μέρες και σαράντα
νύχτες.
|